Η ιστορία της Αμαλιάπολης

Ο τόπος αυτός έχει να διηγηθεί μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, η οποία ξεκινάει το 1835, όταν ιδρύθηκε το χωριό. Το πρώτο του όνομα ήταν Νέα Μιτζέλα, αφού οι κάτοικοι που το ίδρυσαν ήταν πρόσφυγες του παλιού χωριού Μιτζέλα που αρχικά βρισκόταν στο Πήλιο.
Οι Μιτζελιώτες, με τον μαχητικό τους χαρακτήρα, πήραν ενεργό μέρος στα γεγονότα της επανάστασης του 1821, τόσο στην ευρύτερη περιοχή του Πηλίου όσο και σε πολλές περιοχές ανά την Ελλάδα, με τους οπλαρχηγούς Γιώργο Γριζάνο και Δημήτρη Καλαμίδα να λαμβάνουν πρωταγωνιστικό ρόλο στις μάχες. Οι Τούρκοι, το 1828, επιτέθηκαν και έκαψαν ολοσχερώς το χωριό της Μιτζέλας εξαναγκάζοντας όσους επέζησαν και δεν αιχμαλωτίστηκαν να εγκαταλείψουν το χωριό και να εγκατασταθούν προσωρινά στη Σκόπελο.
Διατηρώντας καλές σχέσεις με την πολιτική και θρησκευτική ηγεσία της εποχής του, ο Γιώργος Γριζάνος ήταν αυτός που βοήθησε να βρεθεί και να εξασφαλιστεί ένας μόνιμος τόπος μετεγκατάστασης των Μιτζελιωτών. Οι ενέργειες ξεκίνησαν περίπου το 1830 και ύστερα από διαπραγματεύσεις επιτεύχθηκε τελικά το 1835 η εξαγορά της ακατοίκητης δημόσιας έκτασης που βρίσκεται σήμερα το χωριό, παίρνοντας τότε την ονομασία Μονολιά ή Νέα Μιτζέλα.
Η στρατηγική σημασία της τοποθεσίας για τον έλεγχο του Παγασητικού κόλπου, ο οποίος παρέμενε σε οθωμανικά χέρια, προκάλεσε μεγάλες διενέξεις ως προς την ένταξη της Νέας Μιτζέλας στην απόληξη της συνοριακής γραμμής του πρώτου ελληνικού κράτους κατά τη χάραξη των ελληνοτουρκικών συνόρων. Ένας έξυπνος ελιγμός διπλωματικής σημασίας από τους κατοίκους που επιθυμούσαν τη διασφάλιση της εδαφικής τους κυριαρχίας, δεν άργησε να έρθει. Κατέθεσαν αίτημα στο ελληνικό κράτος για μετονομασία του οικισμού σε Αμαλιάπολη προς τιμήν της βασίλισσας Αμαλίας, συζύγου του Όθωνα, η οποία εγκρίθηκε με βασιλικό διάταγμα τον Ιούνιο του 1839. Η βασίλισσα Αμαλία και ο Όθωνας, επισκέφτηκαν την Αμαλιάπολη μία και μοναδική φορά, το 1845, φιλοξενούμενοι στο σπίτι του Γριζάνου, στο οποίο σήμερα λειτουργεί το ξενοδοχείο Αμαλία. Η βασίλισσα, ως ανταπόδοση της τιμής που της έκαναν, αποφάσισε την ίδρυση παρθεναγωγείου με χρηματοδότηση από το προσωπικό της ταμείο, το οποίο λειτούργησε για πολλά χρόνια.
Η Αμαλιάπολη, τον 19ο αιώνα, αν και ήταν ο μικρότερος δήμος του βασιλείου, διέθετε δημόσιες υπηρεσίες, στρατώνα στον οποίο διέμενε το στρατιωτικό απόσπασμα που φυλούσε την ελληνοτουρκική μεθόριο και κατάφερε να εξελιχθεί σε ένα από τα σημαντικότερα ναυτικά κέντρα της Ελλάδας. Οι κάτοικοι, συνεχίζοντας τη ναυτική παράδοση που έφεραν από το παλιό τους χωριό, ασχολήθηκαν με τη ναυτιλία σε όλους τους τομείς της, η οποία στα μέσα του αιώνα αποτελούσε πια την κύρια δραστηριότητα των αντρών. Η φθίνουσα πορεία άρχισε στα τέλη του 19ου αιώνα αναγκάζοντας πολλούς Μιτζελιώτες να αφήσουν τον τόπο τους και να κατευθυνθούν στα μεγάλα αστικά κέντρα προς αναζήτηση νέας επαγγελματικής δραστηριότητας και το χωριό εγκαταλείφθηκε.
Στις αρχές του 20ου αιώνα άρχισε η επανακατοίκηση της Αμαλιάπολης από πρόσφυγες και κατοίκους γειτονικών οικισμών, το χωριό άρχισε να παίρνει ξανά ζωή και σιγά σιγά να μεταμορφώνεται σε γραφικό ψαροχώρι. Η αλιεία και η ελαιοκαλλιέργεια αποτέλεσαν την κύρια πηγή εσόδων μέχρι τα τέλη του αιώνα. Έκτοτε έγινε μερική εγκατάλειψη της αλιείας η οποία όμως έδωσε τη θέση της στην ανάπτυξη του τουρισμού.
Στο τέλος του β’ παγκοσμίου πολέμου, οι Ιταλοί πυρπόλησαν το χωριό ως αντίποινο για την επίθεση του ΕΛΑΣ στον Αλμυρό και οι Γερμανοί με τη σειρά τους βομβάρδισαν τον στρατώνα που βρισκόταν στην κορυφή του λόφου πάνω από τον οικισμό, προκαλώντας σοβαρές καταστροφές στην κτηριακή δομή.